lie down



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: lie down, lie-down

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
lie down vi + adv ([sb]: recline, prostrate self)ξαπλώνω ρ αμ
 I'm very tired so I'm going to lie down.
 The man had to lie down on the table for the doctor to inspect his abdomen.
 Είμαι πολύ κουρασμένη, γι' αυτό θα πάω να ξαπλώσω. // Ο άντρας έπρεπε να ξαπλώσει στο κρεβάτι για να εξετάσει ο γιατρός την κοιλιά του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
lie-down n informal (rest, nap)υπνάκος ουσ αρσ
 Dad decided to have a lie-down after lunch.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'lie down' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση lie down στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «lie down».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!